ankor bat

ankor bat

Wikipedia

Αποτελέσματα αναζήτησης

Τετάρτη 11 Μαρτίου 2015

'' Γραφείον ευρέσεως εργασίας'' του Μένη Κουμανταρέα

  Τα αδιέξοδα των νέων στη μεταπολεμική Ελλάδα...


        Τη  μεταπολεμική ελληνική κοινωνία και την αδυναμία των νέων να προσαρμοστούν στο κοινωνικό σύστημα ζωγραφίζει ο Μένης Κουμανταρέας σε πολλά από τα πεζογραφήματά του, όπως στη συλλογή διηγημάτων του '' Τα μηχανάκια'' 

( 1962), που ανήκουν στα πρώιμα έργα του συγγραφέα.

       Θητεύοντας στον κοινωνικό ρεαλισμό, παρακολουθεί και καταγράφει τις αλλαγές που συντελούνται κυρίως στο αστικό τοπίο της Αθήνας.Οι ήρωές του , συχνά με αποκλίνουσες συχνά συμπεριφορές σε μια κοινωνία που εύκολα καταδικάζει την όποιας μορφής διαφορετικότητα, εξωθούνται στο περιθώριο και τον κοινωνικό αποκλεισμό.

     Στην προσπάθειά του να ξεφύγει από την περιθωριοποίηση ο  κεντρικός ήρωας του διηγήματος , ο  Αναστάσης, αναζητά εργασία. Θεωρεί ότι η εργασία είναι η αναγκαία προϋπόθεση για την κοινωνική του ένταξη.

    Το διήγημα παρακολουθεί τον ήρωα στη διαδρομή του μέσα στο αστικό τοπίο της Αθήνας , από τη γειτονιά του μέχρι το γραφείο αναζήτησης εργασίας, αποτυπώνοντας τις ψυχικές και  συναισθηματικές του διακυμάνσεις.

    Όταν ο ήρωας ξεκινά την αναζήτησή του , χαρακτηρίζεται από αισιόδοξη και χαρούμενη διάθεση , καθώς προετοιμάζεται για μια ριζική αλλαγή στη ζωή του . Η διάθεση του ήρωα εκφράζεται:

  • με τη χρήση ρημάτων που δηλώνουν κίνηση και άμεση ενεργοποίηση,

    • με μια σειρά από απλές καθημερινές χειρονομίες που δείχνουν την επιθυμία του ήρωα να ενσωματωθεί στον κοινωνικό περίγυρο της γειτονιάς του ,

       ''  ... Περπάτησε με το κεφάλι ψηλά, χαμογέλασε στο φούρναρη που τον καλημέρισε κι έστειλε στον κουρέα του ένα φιλικό χαιρετισμό - γρήγορα θα τον είχε πάλι πελάτη...''

      • με μια σειρά από εικόνες, μεταφορές, προσωποποιήσεις και παρομοιώσεις που περιγράφουν το αστικό τοπίο από την οπτική γωνία του Αναστάση, ως έναν κόσμο με υποδειγματική αρμονία, πειθαρχία, τάξη και υψηλή αισθητική. 

         

        ''Τα δέντρα εκεί πρασίνιζαν, κουρεμένα και φυτεμένα με τάξη πάνω στο πεζοδρόμιο, κρατώντας το ένα τον ώμο τ' αλλουνού, σαν στοιχισμένοι μαθητές την ώρα της γυμναστικής. Χάρηκε που ο δρόμος στις γωνιές δεν είχε αποθηκέψει σκουπίδια. Φαντάστηκε τους σκουπιδιάρηδες άγγελους να δροσίζουν το πρόσωπο της πολιτείας με φρέσκο ποτιστικό νερό. Το φως της μέρας ήταν πεντακάθαρο, λες και το είχαν αλλάξει σήμερα. Περνούσε πάνω στο μάγουλο του δρόμου σαν ακονισμένο ξυράφι. Τ' αυτοκίνητα φαρδιά, με καλογυαλισμένα φτερά και συντηρημένες λαμαρίνες, κυλούσαν πάνω στην άσφαλτο χωρίς να την πληγώνουν. Κι ο τροχαίος* στη μέση του δρόμου με την κολλαρισμένη στολή του, το κράνος του που φεγγοβολούσε, φαινόταν να πιάνει τ' αυτοκίνητα από μιαν αόρατη κλωστή. Ως κι οι κοπέλες ήταν διαφορετικές σήμερα, ξυπνημένες θαρρείς από ύπνο θανάτου που τις είχε σκεπάσει με καινούριο πρόσωπο...''   

         Το ίδιο ξύπνημα από μακροχρόνιο ύπνο αισθάνεται ότι βιώνει και ο ήρωας, πιστεύοντας ότι βαδίζει το δρόμο της κοινωνικής του ανάστασης και της προσωπικής του καταξίωσης.

        Η αντιστροφή της συναισθηματικής κατάστασης του ήρωα δηλώνεται σταδιακά :

        • με το επεισόδιο του μικρού παιδιού που επιχειρεί να ανέβει λαθραία στο λεωφορείο και έρχεται αντιμέτωπο με τον εισπράκτορα. Το επεισόδιο αποκτά μια συμβολική διάσταση . Το λεωφορείο είναι η κοινωνία και ο εισπράκτορας ο θεματοφύλακας των κοινωνικών κανόνων, τους οποίους ο νέος αψηφά.

        • με τις πρώτες εντυπώσεις που  δημιουργεί  στον ήρωα ο ίδιος ο χώρος αλλά και η συμπεριφορά της δακτυλογράφου στο γραφείο ευρέσεως εργασίας,

        • με τον πανικό που τον καταλαμβάνει , όταν αισθάνεται παγιδευμένος στην ατμόσφαιρα του εργασιακού περιβάλλοντος,

        • με την ξαφνική φυγή του , που ισοδυναμεί με παραδοχή της αποτυχίας του να ενταχθεί στους εργασιακούς και κοινωνικούς μηχανισμούς.

        Ο συγγραφέας αξιοποιεί την περιγραφική του ικανότητα και τη λεπτομερή παρατήρηση , για να εξηγήσει την πλήρη αλλαγή της διάθεσης του ήρωα. 

        Ο ήρωας  έρχεται αντιμέτωπος με 

        • τον καταθλιπτικό και αφιλόξενο χώρο εργασίας,  

        • τις απρόσωπες ανθρώπινες σχέσεις ,

        ''Στο βάθος της κάμαρης μια κοπέλα έγραφε στη γραφομηχανή. Ούτε που σήκωσε τα μάτια της πάνω του. Έγραφε σαν υπνωτισμένη. Χρειάστηκε να πάει να σταθεί πολύ κοντά της για να τόνε δει....''

        • τη μονοτονία της δουλειάς που αφαιρεί από τον εργαζόμενο κάθε ζωντάνια και δημιουργικότητα.

        ''...'Έγραφε σαν υπνωτισμένη. Χρειάστηκε να πάει να σταθεί πολύ κοντά της για να τόνε δει. Είχε δυο μάτια κλουβισμένα* σε χοντρούς φακούς, που έμοιαζαν ν' αποστειρώνουν το φως. Σαν δυο ψάρια μέσα στη γυάλα τους...

   Με μια σειρά εικόνων, μεταφορών και παρομοιώσεων , ο αφηγητής μάς μεταφέρει την αλλαγή της ψυχικής διάθεσης του ήρωα : από την αισιοδοξία και την αυτοπεποίθηση, στην απογοήτευση, την ανασφάλεια, την απέχθεια και τον τρόμο που αγγίζει τα όρια του πανικού. Ο κόσμος της αρμονίας και της τάξης αντιστρέφεται στο μυαλό του ήρωα. Το αστικό τοπίο γίνεται ένας κόσμος ανοργάνωτος και απειλητικός.

.''Έσκυψε να δει κάτω και ζαλίστηκε. Τον χώριζαν από το έδαφος εφτά ψηλά, θεόρατα πατώματα. Ο αστυφύλακας της τροχαίας ήταν μια τελεία. Το κράνος βουλιαγμένο κάτω από τον ήλιο, οι κλωστές στα χέρια του σπασμένες....''

   Το αίσθημα πανικού που καταλαμβάνει ξαφνικά τον ήρωα και εκφράζεται με μια σειρά έντονων σωματικών αντιδράσεων τον οδηγεί στη φυγή και την παραίτηση. 

     Ο Αναστάσης  αντιπροσωπεύει μια γενιά νέων που ακροβατούν ανάμεσα στο φως και στο σκοτάδι, που κινούνται στα όρια του κοινωνικού περίγυρου, που ''φλερτάρουν'' με την αποτυχία και τον κοινωνικό αποκλεισμό , αντιμέτωποι με τη φτώχεια, την ανεργία, το ιδεολογικό κενό και τις προκαταλήψεις της Ελλάδας του  ' 60.

 

ΧΡΗΣΙΜΟΙ ΣΥΝΔΕΣΜΟΙ

για μια γνωριμία με το συγγραφέα

για ανάλυση του διηγήματος

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου